- εντερολιθίαση
- η(ιατρ.), ο σχηματισμός λίθων (εντερόλιθων) από φωσφορικά άλατα μες στον εντερικό σωλήνα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.